Νεκροί και τραυματίες στις ειδήσεις
και διάφοροι πρωταθλητές.
Καλός ο καιρός αύριο.
Αλλά η μέρα μας θα είναι γεμάτη.
Και είπα να γράψω κάτι για σένα.
Γιατί η μυρωδιά του αλκοόλ έγινε απαραίτητη.
Τι ήχος είναι αυτός που κάνει το μήλο,
όταν το κομματιάζεις με τα δόντια;
Αλκοολική βουλιμία;
Αναγκάζεσαι να πιεις κι άλλο
γιατί δεν αντέχεις να ακούς άλλο.
Θες μόνο να ψάξεις.
Εγώ να ψάξω για σένα.
Αλλά τι να σου πω δεν ξέρω.
Ξέρεις εσύ όμως,
και αυτό φτάνει...
Αν έπρεπε να συστηθώ
θα σου έλεγα πως είμαι ένα τίποτα.
Ένα τίποτα που κλαίει συχνά.
Όχι γιατί δεν μπόρεσα να γίνω κάτι.
Πήγα και σχολείο.
Μα ήταν που δεν μου έκανε ο κόσμος.
Τον έδιωξα.
με έδιωξε λίγο πιο μετά με τρόπο πολύ σκληρό,
που να τον ακούσεις δε θέλω.
Ας ντρέπεται τώρα να με αντικρίσει.
Ζω σε μία μόνιμη κατάσταση παράνοιας
προσποιούμενη τη λογική.
Μιας και περπάτησα χιλιόμετρα στις λάσπες
και αγάπες κλότσησα με συνοπτικές διαδικασίες
ίσως θα έπρεπε να πω την ιστορία του δρόμου,
σαν ένα απολιθωμένο ιστορικό του σημείο.
Μα είναι επιτακτική η ανάγκη μου να σε ερωτεύομαι
στους καθημερινούς μας διαλόγους
και στα τυχαία και μη αγγίγματα.
Ακόμα και την ώρα που κοιτάζω
μην με δει κανείς να γράφω το σύνθημα στον τοίχο
σκέφτομαι το μετρημένο σου χαμόγελο.
Όταν κλαίω εξαιτίας του βιοπορισμού
και πείθω τον εαυτό μου ότι το άθλιο γεύμα μου
είναι τάχα κάτι σοβαρό για ν' ασχοληθείς μαζί του
ή λαχανιάζοντας προλαβαίνω το λεωφορείο
καταλαβαίνω την ανάγκη της ανθρώπινης μας επαφής
που, εδώ που τα λέμε,
καιρό τώρα ξεπέρασε το ανθρώπινο και τα μέτρα του.