Αναγκάστηκα να γυρίσω σπίτι με τα πόδια. Περπατούσα πάνω από μια ώρα. Ο λόγος αρχικά ήταν η άθλια κατάσταση των λεωφορείων. Είχε πολύ κόσμο στη στάση. Δεν είχα καμία όρεξη να στριμωχτώ, ειδικά με τόση ζέστη. Από τη στιγμή που αποτελώ μέρος ενός συνόλου όμως, και βρίσκομαι στη βάση του πιο συγκεκριμένα, η εναλλακτική επιλογή μου είναι να περπατήσω. Οπότε περπάτησα. Πολύ απλά. Αρχικά λέω να πάω δυο στάσεις πιο πάνω.Αλλά η βραδιασμένη πόλη είναι ελκυστική. Αυτή η βρομιά και η σκοτεινιά της πόλης, και το περίεργο κιτρινωπό φως των στύλων της ΔΕΗ. Μια φορά βρισκόμουν μέσα σε αυτοκίνητο στην Πανεπιστημίου και είδα όλα τα φώτα , και από τις δυο πλευρές του δρόμου να ανάβουν σχεδόν ταυτόχρονα. Πολύ περίεργη στιγμή. Πιο περίεργη στιγμή είναι να κάθεσαι σε ένα πεζοδρόμιο και να σβήνουν όλα τα φώτα μαζί ενώ κάνει ο ήλιος ( αχ αυτό το αζιμούθιο) τα πρώτα του δειλά βήματα.
Η πόλη είναι μέρος περίεργο. Εγώ είμαι διεστραμμένα ερωτευμένη μαζί της. Στην πόλη οι κόσμοι είναι παράλληλοι και πάντα υπάρχουν αυτοί που δεν κοιμούνται. Βγαίνοντας προς τα έξω, στα προάστια τα πράγματα σταδιακά ησυχάζουν. Επιφανειακά πάντα. Η πόλη είναι ένα τέρας που ξερνάει εμάς άδειους. Παρόλ' αυτά συνεχίζω τόσο παθητικά και αρρωστημένα να την αγαπάω, να τη κυνηγάω και να μου λείπει.
Δεν θυμάμαι γιατί ξεκίνησα να γράφω. Δεν ήθελα να γράψω διθύραμβο στην πόλη. Αλλά τελικά προέκυψε. Πόσο ακόμα θα αντέξουμε, είτε στην πόλη είτε γενικά είναι το θέμα. Ας πούμε πως σήμερα ο εαυτός μου, μου έδωσε μια παράταση για να αντέξω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου