Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2012

Εμείς τα ρεμάλια

Περπατάμε στο δρόμο και δε μιλάμε στους γνωστούς μας. Τους είδαμε είναι η αλήθεια, αλλά τους αποφεύγουμε. Όχι μια και δυο φορές. Κάθε μέρα. Η ζωή είναι στη μέση. Ξέρεις, μία καλά και μία άσχημα. Όλα στην ίδια μέρα. Είδα μια γνωστή της γιαγιάς μου. Ζητιάνευε σε ένα σταθμό του μετρό. Και μετά στο φαρμακείο ένας παππούς δεν είχε να πληρώσει 20 ευρώ φάρμακα και έκλαιγε. Ούτε εγώ είχα να του τα πληρώσω ρε γαμώτο.

Οι δρόμοι πλημμυρισμένοι και τα φρεάτια βουλωμένα, μα ποιος νοιάζεται;

Το έχω πει πολλές φορές και ίσως γίνομαι κουραστική, αλλά οι σειρήνες είναι παντού. Με ακολουθούν οπουδήποτε. Αχ, και στις ρομαντικές στιγμές, και έχουν γίνει κουραστικές ρε γαμώτο.

Όταν τελειώνει η λαϊκή αγορά, υπάρχει κόσμος που περιμένει να μαζέψει ότι έχει απομείνει για να το πάει στο σπίτι σαν τρόπαιο της θριαμβευτικής, θλιβερής μας πραγματικότητας. Έχουμε πάρει παράταση. Μήπως και καταλάβουμε τίποτα από χαρά.

Φαύλος κύκλος.

Έχω ένα πρόβλημα. Καμιά φορά ζω τη ζωή μου από απ' έξω. Τρομακτικό. Πιο τρομακτικό ακόμα είναι να ζήσεις τις ζωές των υπολοίπων. Έτσι, να μπεις στη λογική τους για καμιά ωρίτσα.

Ακόμη να καταλάβουμε κάτι από χαρά. Και τα πτώματα θα γίνουν περισσότερα στην Αθήνα.
Υπάρχουν πολλά παγκάκια για να γεμίσουν και πολλά όνειρα να γκρεμιστούν.

Πολλά και διάφορα δάκρυα.

Εμείς τα ρεμάλια που θέλουμε να είμαστε κάπως χαρούμενοι σε μια τέτοια πραγματικότητα, δεν έχουμε καθόλου ντροπή;
Μα έχουμε, αλλά κλαίμε μόνοι.


Δευτέρα 27 Αυγούστου 2012

Ημερολόγιο της Κενότητας (1)


Το σπίτι. Τα λεφτά. Πράγματα πολύ σημαντικά. Ειδικά όταν είναι άλλων και τα θέλουμε δικά μας. Μένει εδώ κάποια κυρία Α. Αυτή  η κυρία είχε, λέει, παντρευτεί κάποιον ναυτικό. Πνίγηκε κάπου σε κάποια θάλασσα κακιά. Πάει ετούτος. Η κυρία αυτή, λοιπόν, δούλεψε. Ως πόρνη λένε κάποιοι κακεντρεχείς. Βλέπετε, ακόμα και όταν δεν ήταν χήρα, στην πιάτσα ως τέτοια την ήξεραν για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο όσοι ήθελαν να ψυχαγωγηθούν από τα ταλέντα της κυρίας Α. Την είχαν κουτσομπολέψει πολύ στη γειτονιά. Όπως και στην προηγούμενη. Αντί να απεχθάνεται το κουτσομπολιό, είχε μπλεχτεί και εκείνη στην ατέρμονη του λαίλαπα, χωρίς επιστροφή. Η μεγαλύτερη όμως έκρηξη κουτσομπολιού για το άτομο της ήρθε όταν άρχισε να την ψάχνει η αστυνομία. Στον μικρό κόσμο μας τα λόγια πήγαιναν και έρχονταν. Η αστυνομία όμως περνούσε τη γειτονιά μας σε ένα άλλο επίπεδο. Τότε μάθαμε πως η κυρία Α. δούλευε εσωτερική για κάποιον καιρό σε ένα γέρο. Από αυτόν, ποιος ξέρει με τι μέσα, πήρε χρυσό και λεφτά, και όπως καταλαβαίνετε, η υπόλοιπη οικογένεια αυτού του τύπου την έψαχνε τώρα που ο γέρος πέθανε. Δεν ξέρω αν έκανε στη στενή. Αλλά και να έκανε μάλλον δεν θα ήταν η πρώτη φορά.
Η κυρία Χ., πάλι, ήταν φίλη της κυρίας Α. Αυτή δούλευε σε δημόσια υπηρεσία και κοίταζε το ιδιωτικό της συμφέρον. Με διάφορες ραδιουργίες έβγαλε κάποια δημόσια λεφτά και τα έβαλε σε έναν ιδιωτικό λογαριασμό τραπέζης. Ο άντρας της, δεν θα έλεγα και το άλλο της μισό, περηφανευόταν κάποια στιγμή, αφού είχε πάρει σύνταξη, ότι έκρυβε ρολά χαρτιού στο παντελόνι του φεύγοντας από τη χαρτοβιομηχανία που δούλευε. Εμένα βέβαια με διασκεδάζουν πολύ οι άνθρωποι που κλέβουν τον καπιταλισμό αλλά τον ψηφίζουν κάθε τέσσερα χρόνια ξανά, ενώ έχουν να παινεύονται ότι τον έκλεψαν. Μα τι επαναστατική συνείδηση! Ο κύριος αυτός πέθανε από καρκίνο. Άφησε όμως πίσω του πολλά λεφτά. Είχε και άλλα τόσα η κυρία Χ. Προσθέτοντας αυτά τα δυο ποσά, η κυρία Χ. βρέθηκε  κάπως πλούσια. Η μίζερη ζωή που ζούσε μέχρι τώρα απέκτησε κάποιες μικρές καταναλωτικές απολαύσεις. Όμως η κυρία Χ. δεν είχε παιδιά. Και λέει μια παροιμία, που μου έλεγε η γιαγιά μου (που καθόλου απαλλαγμένη από πάθη και κουτσομπολιά δεν ήταν) ότι όπου ο θεός δεν δίνει παιδιά δίνει ο διάολος ανίψια. Τώρα ποιος θεός και ποιος διάολος θα σας γελάσω. 
Πολλά ανίψια που κάπως, κάπου και από κάποιον έμαθαν για τα ζεστά φράγκα φάνηκαν παραπάνω από πρόθυμοι να κάνουν παρέα στην όχι και τόσο γριά θεία Χ. 
Αλλά βλέπεις, όσο  πονηροί και να νομίζουν πως είναι κάποιοι πάντα υπάρχουν οι επαγγελματίες. 
Και η κυρία Α. ήταν τουλάχιστον επαγγελματίας στις πονηριές και στις αμαρτίες. Τα λεφτά τα είχε μυρίσει χρόνια τώρα. Είπε στην κόρη της, την κυρία Ν. να πιάσουν φιλίες. Το κοινό πάθος των τριών γυναικών ήταν το κακολόγημα των άλλων. Δεν άργησαν να γίνουν αχώριστες, για να μην το πω όπως το λέμε στις χωμάτινες εκείνες γειτονιές. Οχτάωρα έκλειναν στο σπίτι της Ν. που ήταν παντρεμένη και με δυο παιδιά που από αυτά που είχαν ακούσει τα αυτάκια τους είχαν μάτια πονηρά από τεσσάρων χρονών ακόμη. Φυσικά η κυρία Α. θεωρούσε σωστό να μένει με την κόρη της, την Ν. για να της μάθει, όπως η ίδια μάλλον αυτοσαρκαζόμενη έλεγε, το νοικοκυριό. 
Πέθανε ο άντρας της κυρίας Χ. Πήγαμε στο νεκροταφείο. Ήταν χειμώνας και η υγρασία μας έκανε να βουλιάζουμε στο αττικό χώμα. Δε βαριέσαι. Εμένα πάντα μου άρεσαν οι κηδείες. Δεν χρειαζόταν να προσποιηθείς τον χαρούμενο, όπως στους γάμους, και είχες όλη την άνεση να δείχνεις κατσουφιασμένος που ήσουν με όλους αυτούς τους αντιπαθητικούς γνωστούς σου. Ή και άγνωστους. Δεν έχει σημασία. Το πως τον έκλαψαν η κυρία Α. και η κόρη της η Ν. δε λέγεται. Ούτε παιδί τους να ήταν. 
Η επόμενη μέρα ήταν δύσκολη. Για τους λόγους του καθενός και της καθεμιάς βέβαια. 
Εγώ είχα πολλά διαβάσματα και η κηδεία με πήγε πίσω. Και μου τη δίνει πολύ αυτό. 
Η κυρία Χ. να αντέξει - σνιφ- την απώλεια. 
Η κυρία Α. να βάλει μπρος το σχέδιο της. 
Μυξοκλαίγοντας στην κυρία Χ. της έλεγε πόσο δύσκολο θα ήταν να ζει μόνη της σε τέτοια ηλικία. Βέβαια, και εκείνη ζούσε μόνη της αλλά είχε παιδιά. Ναι, ναι μπορεί ο γιόκας της να έμενε στου διαόλου τη μάνα- συγγνώμη στο φάληρο εννοούσα- και να μην ερχόταν να τους δει ποτέ, αλλά αυτός ήταν άντρας και δεν χρειαζόταν τη μαμά του. Βλέπετε ο σεξισμός είναι ζήτημα όλων, ανεξαρτήτως φύλου. Ειδικά στο κομμάτι της αναπαραγωγής των γελοίων στερεοτύπων του... Η Ν. όμως άξιο κορίτσι ( επιτρέψτε μου να κρατήσω τις επιφυλάξεις μου για την αξιοσύνη της), μπορούσε να τη φροντίσει και εκείνη όταν θα ερχόταν η κακιά στιγμή. Όμως το καημένο το κορίτσι είχε και δυο παιδιά να μεγαλώσει. Μα δούλευε ο άντρας της, αλλά πού να φτάσουν, μάτια μου; Αν είχε μια σιγουριά, να το σπίτι για το ένα από τα παιδιά...
Τα λόγια που ειπώθηκαν μετά από αυτό ήταν βαριά για τα ευαίσθητα αυτάκια μου. Κάτι βέβαια μου λέει ότι οι άτυχες πεταλούδες της νύχτας της οδού Φυλής θα είχαν λόξιγκα. Οι σχέσεις οι πολύωρες κόπηκαν μαχαίρι. Άλλες κυρίες της τέχνης του κουτσομπολιού φρόντισαν να αναπτύξουν θεωρίες, τόσο φανταστικές και τέλειες, που θα τις ζήλευε ο κύριος Schrödinger. Επικράτησε το ότι κουράστηκαν όλη μέρα μαζί και ήθελαν τον προσωπικό τους χρόνο. Αμήν. 
Πότιζα ανέμελα τα λουλούδια μου. Με τη γνωστή μου μανία της λεπτομέρειας είχα βγάλει τη μεζούρα της ραπτικής και μετρούσα πόσο ψήλωσε το μικρό μου κυπαρισσάκι κατά τις δυο τελευταίες εβδομάδες. Σημείωνα σκεφτική σε ένα μπλοκάκι όταν με πλησίασε η Ν. με ένα τουρμπάνι, ή κάτι τέτοιο στο κεφάλι, και ένα μοιραίο και λυπημένο πλην θεατρινίστικο βλέμμα. Με ενοχλεί να με διακόπτουν, ειδικά όταν κάνω κάτι τόσο αλλοπρόσαλλες δουλειές. Αλλά η κυρία κατευθυνόταν αποφασιστικά προς το μέρος μου. Ωραία σκέφτηκα. 
Με καλησπέρισε και με ρώτησε δήθεν αθώα και κουρασμένα αν είχα να της δώσω ένα λεμόνι. 
Αφήστε με όμως να επισημάνω τη γελοιότητα της σκηνής. Είχα τρεις λεμονιές παραφορτωμένες με καρπούς. Ήταν απίθανο να μην είχα λεμόνι. Έκοψα τρία και της τα έδωσα ρωτώντας ευγενικά, τυπικά και αδιάφορα για τα παιδιά της. Μέγα λάθος. 
Αυτά, λέει, ήταν ακόμα μια χαρά, αλλά τώρα που η μαμά τους ήταν άρρωστη, πώς θα τα κατάφερναν τα καημένα αν πέθαινε. Ναι, ναι είχε μια πολύ σοβαρή αρρώστια- καρκίνο. Άστα κορίτσι μου. Της είπα περαστικά και έφυγε. 
Συνήθως δεν ασχολούμαι. Αλλά τώρα ανάγκασα το μυαλό μου να πάρει στροφές. Σε μένα δεν ήρθε για να το διαδώσω. Δεν μου είπε καν το εμπιστευτικό να μην το πω πουθενά - ήξερε ότι δεν θα το έλεγα. Αλλά γιατί να έρθει να πει σε μένα, εμένα που μου έλεγε μόνο καλημέρα, κάτι τόσο σοβαρό. Και φαινόταν ότι είχε σχεδιάσει και τι θα μου πει. Το απόγευμα έπινα το σκέτο τσάι μου σε εκείνα τα ωραία φούξια φλιτζανάκια όταν κατάλαβα. Δεν μου πολυαρέσει ο ρόλος του ντετέκτιβ που βρίσκει τη λύση στο μυστήριο, αλλά τα πράγματα ήταν πολύ πιο απλά. 
Η γνώμη μου μετρούσε. 
Γιατί δεν είχα την τάση να κουτσομπολεύω. Οπότε αν έλεγα κάτι εγώ θα ακουγόταν σοβαρό και όχι ακόμα ένα θέμα της βδομάδας. Φτάσαμε λοιπόν στο σημείο που κάτι δε μου άρεσε καθόλου σε αυτήν την ιστορία. Και αποφάσισα να κρατήσω το μαργαριταρένιο στοματάκι μου βουλωμένο ότι και να προέκυπτε. 
Το ίδιο βράδυ όμως, η απεναντινή γειτόνισσα, σημειώστε τεράστια αναμεταδότρια αμφίβολων νέων και φημών, μου είπε με το νι και με το σίγμα πότε ξεκίνησε η Ν. της χημειοθεραπείες και άλλα τέτοια. Τι στο.., διάβαζαν και το μυαλό μου τώρα; Αστειεύομαι. Η άλλη το είχε πει στην κουτσομπόλα για να το μάθουν όλοι και σε μένα για να πείσω. Βέβαια, αυτό το κατάλαβα πιο μετά. 
Όταν έμαθα ότι άρχισαν πάλι, η Α. και η Ν. να μιλάνε γλυκά γλυκά στην κυρία Χ. 
Είπαμε ο άντρας της είχε πεθάνει από καρκίνο. Και ξάφνου η Ν. έπαθε καρκίνο. Δεν μου άρεσε να υποθέτω τέτοια πράγματα αλλά ανακατευόμουν και στη σκέψη. Απίστευτο μερικές φορές, πως μπορούν να σκεφτούν οι άνθρωποι, οι απλοί και καθημερινοί άνθρωποι των χωμάτινων γειτονιών μας. 
Οίκτος και πονηριά... Δεν ξέρω και δε θέλω να ξέρω. Έφυγα για μερικούς μήνες και όταν γύρισα έμαθα δυο πράγματα. Η Χ. είχε αγοράσει ένα σπίτι σε γνωστή παλιά αθηναϊκή συνοικία και η Ν. γιατρεύτηκε μετά από κάποιο τάμα. Δεν έχω και την καλύτερη σχέση με τα τάματα και τα γιατροσόφια, όπως η Μπέττυ αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία. 
Δεδομένα: το κεφάλαιο, ή λαϊκότερα το παραδάκι είχε γίνει σπίτι. Και σπίτι η Χ. δεν θα τους έγραφε. Ακούστηκε ότι της είχαν ζητήσει λεφτά για γιατρούς ( αναθεματισμένη φάρα και αυτοί) αλλά μιας και η Ν. όλο στρουμπούλευε αντί να λιώνει από την αρρώστια,  και έβρισκε καινούρια χρώματα για το τουρμπάνι της η Χ. δεν είχε πιστέψει λέξη. 
Και φυσικά μια τέτοια εξέλιξη ήταν καλοδεχούμενη για τις απογευματινές παρέες που είχαν στερέψει από θέματα και τα οικονομικά στις εφημερίδες δεν τις ενδιέφεραν. 
Όταν η Χ. με ρώτησε τι πίστευα άλλαξα θέμα λέγοντας ότι δεν ήμουν εκεί αυτόν τον καιρό. Αν ήξερα, μόνο ότι ακουγόταν.
Έβραζα προχθές τη μαρμελάδα μου, και κάποια επισκέπτρια της μάνας μου έθιξε το θέμα. 
Πάγος στο τραπέζι, και η κουβέντα πήδησε στα αεροπλάνα. 
Γλυκιά μου Ν. με αυτά τα πράγματα δεν παίζεις...                                                      

Περί ημερολογίου της κενότητας

Κολυμπούσα στον ορισμό της θάλασσας λάδι. Και εκεί που έπλεα στην απεραντοσύνη και ήμουν στην ηρεμία ξεπήδησε μια ιδέα, κομμάτι κλεμμένη. Δανεικός και αγύριστος ο τίτλος της κενότητας. Ας είναι, νομίζω πως θα συγχωρεθώ. 
Οι ιστορίες του ημερολογίου της κενότητας δεν είναι αποκυήματα της φαντασίας μου. Είναι πραγματικά γεγονότα. 
Δεν αφορούν ανθρώπους και καταστάσεις που με ενδιαφέρουν. Ούτε στο ελάχιστο τώρα που το καλοσκέφτομαι. 
Πώς τα έμαθα;
Μα φυσικά μέσω του πανανθρώπινου σπορ του κουτσομπολιού. 
Βέβαια, υπάρχουν κουτσομπολιά και  κουτσομπολιά. 
Αυτά εδώ όμως απαιτούσαν πολλή δουλειά. Όχι ότι κουράστηκα δηλαδή τρέχοντας δεξιά και αριστερά για να τα μάθω. Απλά περνάνε που και που κάτι φίλες της γιαγιάς μου για τον απογευματινό τους καφέ. Πέρασαν χρόνια μέχρι να βγάλεις νόημα από διάφορες ιστορίες που κόντεψαν να φτάσουν τον τοπικό θρύλο. Γιατί εδώ τα κουτσομπολιά είναι τρόπος ζωής. Δεν υπάρχουν, συχνά, άλλα ενδιαφέροντα να περάσουν οι υποχρεωτικές ώρες μέχρι το θάνατο. 
( Η αυτοκτονία απαγορεύεται από τη βίβλο, ξέρετε. ) 
Έτσι το τόσο γίνεται τοοοοοοοοόσο. 
Και ήρθαν οι εξωγήινοι, κάποια μέρα...

Δευτέρα 2 Ιουλίου 2012

Αφιερώσεις

Γιατί έρχεται η στιγμή που θα αφιερώσεις κάτι σε ένα ερπετό με λακάκια...


Και επειδή προσπαθώ μία ώρα αλλά το γιυ τιουμπ δε θέλει να ενσωματώσει το καταραμένο βίντεο, βάζω λινκ...

http://www.youtube.com/watch?v=Yur_mH_AXwQ

Κυριακή 1 Ιουλίου 2012

Ένα τίποτα που κλαίει συχνά.

Νεκροί και τραυματίες στις ειδήσεις
και διάφοροι πρωταθλητές.
Καλός ο καιρός αύριο.
Αλλά η μέρα μας θα είναι γεμάτη.
Και είπα να γράψω κάτι για σένα.
Γιατί η μυρωδιά του αλκοόλ έγινε απαραίτητη.
Τι ήχος είναι αυτός που κάνει το μήλο,
όταν το κομματιάζεις με τα δόντια;
Αλκοολική βουλιμία;
Αναγκάζεσαι να πιεις κι άλλο
γιατί δεν αντέχεις να ακούς άλλο.
Θες μόνο να ψάξεις.
Εγώ να ψάξω για σένα.
Αλλά τι να σου πω δεν ξέρω.
Ξέρεις εσύ όμως,
και αυτό φτάνει...
Αν έπρεπε να συστηθώ
θα σου έλεγα πως είμαι ένα τίποτα.
Ένα τίποτα που κλαίει συχνά.
Όχι γιατί δεν μπόρεσα να γίνω κάτι.
Πήγα και σχολείο.
Μα ήταν που δεν μου έκανε ο κόσμος.
Τον έδιωξα.
με έδιωξε λίγο πιο μετά με τρόπο πολύ σκληρό,
που να τον ακούσεις δε θέλω.
Ας ντρέπεται τώρα να με αντικρίσει.
Ζω σε μία μόνιμη κατάσταση παράνοιας
προσποιούμενη τη λογική.
Μιας και περπάτησα χιλιόμετρα στις λάσπες
και αγάπες κλότσησα με συνοπτικές διαδικασίες
ίσως θα έπρεπε να πω την ιστορία του δρόμου,
σαν ένα απολιθωμένο ιστορικό του σημείο.
Μα είναι επιτακτική η ανάγκη μου να σε ερωτεύομαι
στους καθημερινούς μας διαλόγους
και στα τυχαία και μη αγγίγματα.
Ακόμα και την ώρα που κοιτάζω
μην με δει κανείς να γράφω το σύνθημα στον τοίχο
σκέφτομαι το μετρημένο σου χαμόγελο.
Όταν κλαίω εξαιτίας του βιοπορισμού
και πείθω τον εαυτό μου ότι το άθλιο γεύμα μου
είναι τάχα κάτι σοβαρό για ν' ασχοληθείς μαζί του
ή λαχανιάζοντας προλαβαίνω το λεωφορείο
καταλαβαίνω την ανάγκη της ανθρώπινης μας επαφής
που, εδώ που τα λέμε,
καιρό τώρα ξεπέρασε το ανθρώπινο και τα μέτρα του.




Στερεότυπα

Με ενοχλούν εκείνοι οι άνθρωποι που είναι πνιγμένοι στα στερεότυπα, και κατηγορούν τα στερεότυπα που κάνουν όλους τους άλλους να συμπεριφέρονται, λέει, με βάση αυτά τα στερεότυπα και στερούνται αυθορμητισμού και ελεύθερης βούλησης.
Ξεκάθαρα αυτό φαίνεται στις έμφυλες σχέσεις.
Οι γυναίκες πιστεύουν το ένα και το άλλο που διάβασαν στα περιοδικά κιαι τους είπαν στην τηλεόραση.
Οι άντρες κάνουν εκείνο και το άλλο και το τρίτο γιατί τους έχουν κακομάθει οι μαμάδες τους.

Γαμημένος ετεροκανονισμός, ξαναλέω.

Ναι, με ενοχλούν ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ.

Σάββατο 30 Ιουνίου 2012

Κούραση

Δεν μπορώ να προσδιορίσω την κούραση. Λίγο από όλα. Πνευματική, σωματική και αγωνιστική. Στη στάση να κοιτάς το λεωφορείο και να διαβάζεις και καμία γραμμή από εκείνο το κείμενο που πήρες από κάπου. Η κούραση λοιπόν, όταν γίνεται έντονη σου δίνει το έναυσμα να ψάξεις γιατί αισθάνεσαι ανεκπλήρωτη/ος. Μια δυνατότητα αυτοανάλυσης, όπως τουλάχιστον το αντιλήφθηκα εγώ τον τελευταίο καιρό.
Ένιωσα ότι πρέπει να επαναπροσδιοριστώ και να αυτοπροσδιοριστώ. Ναι, ξανά. Και ξανά και ξανά και ξανά. Γίνεται ολοένα και δυσκολότερο όταν αφήνονται όλοι και όλες στην αγκαλιά της απογοήτευσης, και με συμβουλεύουν να κάνω το ίδιο. Είναι και αυτές οι πιέσεις. Από παντού.
Και τώρα τι θα κάνουμε?
Αρχικά είναι εκνευριστικά όλα αυτά τα γελοία αρθράκια και τα τυπάκια που τα γράφουν. ΟΧΙ ΔΕΝ ΘΈΛΩ ΝΑ ΞΕΧΑΣΤΏ ΑΠΌ ΤΗΝ ΚΡΊΣΗ. Ας τους πληροφορήσει επιτέλους κάποιος ότι την κρίση την περνούσα(με) πάντα με διαφορετικές μορφές.
Ούτε θέλω να ξεχάσω τίποτα. Τον κανιβαλισμό τον βλέπω κάθε μέρα και τον νιώθω διπλά. Το τέλμα στο οποίο έχουν περιέλθει τα όνειρα ορθώνεται σαν μαύρη τρύπα έτοιμη να με καταβροχθίσει. Ούτε βλέπω πουθενά αγάπη που θα μας σώσει. Πολλά φοβισμένα ανθρωπάκια να σκύβουν το κεφάλι. Και να χαίρονται που κάποιου του έκοψαν το μισθό. Από κει και πέρα τίποτα. Υπάρχουν βέβαια και οι άλλοι, αλλά εμάς εύκολα μας βγάζετε τρελούς(ναι, γιατί τα όνειρα είναι επικίνδυνο πράγμα για το σπίτι, το αμάξι και τις διακοπές σας- και μην τολμήσει να τα πει αυτά κανείς όνειρα).
Εδώ κάπου θα όφειλα να απογοητευτώ.
Αντ' αυτού επαναπροσδιορίστηκα. Επικίνδυνο σημείο, η αλήθεια είναι. Ο σκοπός έγινε κάθε πράξη, όχι μόνο το μεγάλο και το άπιαστο. Που θα πιαστεί κάποια στιγμή με τη μία ή την άλλη έννοια. Και θα πιάνεται συνέχεια. Η επίθεση έγινε φύση μας και η οργή προσεκτικός οδηγός προς την ουτοπία του καθενός και της καθεμιάς μας. Το εδώ και το τώρα εμπνευστές μας για το παντού και για το αύριο. Ο ένας για την άλλη, η μία για τον άλλο.
Και τόσες και τόσοι μετά από εμάς, δεν θα αφήσουν το όνειρο να πεθάνει...

Ραντεβού λοιπόν με τις ουτοπίες...

Κυριακή 6 Μαΐου 2012

Παρηγοριές

Παρηγοριά στο Περιστέρι.
Μα του ήταν να πεθάνει.
Οι τραγικές εκείνες στιγμές
που πηγαίνεις στο σπίτι του πεθαμένου
και ακούς συνεχώς πως πέθανε.
Ή αν δε θέλουν να σου πουν πως πέθανε
λένε όλοι πόσο καλός άνθρωπος ήταν.
Μικροαστικά κλάματα και κουτσομπολιά
σε αποχαυνωτικά σοκάκια.
Πέρασα, καλέ, γιατί είδα το χαρτί,
και, να, μπήκα να σας δω λίγο.
Και δώστου παξιμαδάκια, καφέδες και κονιάκ.
Τα παξιμαδάκια από τσουρέκι είναι τα καλύτερα.
Κάθομαι λίγο με τα 15χρονα
γιατί είναι ο πρώτος τους θάνατος
και βαλάντωσαν τα καημένα .
Δεν προλαβαίνω να γυρίσω στο δωμάτιο
και κόβουν στη μέση μια συζήτηση περί στοματικού έρωτα.
Μάλιστα.
Τώρα νιώθω σαν γριά σκύλα.
Στην οδό αναπαύσεως είναι το νεκροταφείο.
Και μπορείς να βρεις με 15 ευρώ το μήνα να σου ανάβουν το καντήλι .
Και μπόλικα φτηνιάρικα λουλούδια.
Πιο πάνω, στην Ευριπίδου
λέει σε ένα τοίχο
ονειρεύομαι έρωτα- ψάχνω πελάτη.
Και οι μπάτσοι είναι παντού.
Γιατί είναι και οι εκλογές στη μέση.
Και οι πουτάνες κάνουν διπλές βάρδιες
για τα απογοητευμένα κομματόσκυλα,
και περιμένουμε όλοι μαζί το αύριο.

Τρίτη 1 Μαΐου 2012

Αποφάσισα

Αποφάσισα.
Ότι δεν θέλω όμορφα χέρια
μα χέρια σκασμένα από τις συνθήκες.
Ούτε μάτια καθάρια
μα μάτια κουρασμένα από τις περιστάσεις.
Ας μου λείψουν και τα γαργαριστά γέλια,
αρκούν τα μετρημένα χαμόγελα.
Αρκούν τα ξηγημένα σφιξίματα χεριών.

Στη ζωή λοιπόν,
αποφάσισα,
πως ούτε να καλοπεράσω ήρθα
ούτε να πατήσω σε πουπουλένιους δρόμους.
Να μάθω αποφάσισα.
Κι ο δρόμος είναι δύσκολος.

Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

Κατάρες

Όταν γεννιέσαι καταραμένος, υποχρεωτικά ζεις καταραμένος και υποθέτω πως σου αξίζει να πεθάνεις καταραμένος.
Γιατί η κατάρα δεν είναι πράγμα λίγο. 
Και δεν είναι μόνο αυτό. 
Τη μυρίζονται όλοι, άλλοι λιγότερο, άλλοι αμέσως.
Και πάντα καταλήγεις παρέα με τη μοναξιά σου να καθρεφτίζεται στα νερά μιας λακκούβας ενός κακοφτιαγμένου δρόμου χωρίς να καταλαβαίνεις το πότε και το γιατί.
Στους χαμηλούς και πολυσύχναστους από αυτοκίνητα και φορτηγά δρόμους που η ζέστη είναι έντονη η κατάρα σε αγκαλιάζει ευκολότερα και πιο ύπουλα.
Ακόμη και όταν κοιμάσαι ανέμελα και ξαφνικά ξυπνάς εξαιτίας μιας αναπάντεχης σουβλιάς που δεν ξέρεις από που σου ήρθε.
Ή όταν ακούς ένα ξεχασμένο γέλιο μετά από πολύ καιρό, και ενώ στην αρχή περιμένεις τη φρεσκάδα που γνώριζες με τρόμο συνειδητοποιείς πόσο αρρωστημένο έχει καταντήσει.
Τις ώρες που προσπαθείς να επικοινωνήσεις με τους αγαπητούς και αγαπημένους σου ανθρώπους σου χτυπά την πλάτη υπενθυμίζοντας σου την ύπαρξη της.

Τις ώρες που οι άλλοι έχουν γιορτή εσύ έχεις λύπη που στην προσφέρει απλόχερα. 
Λύπη που είναι μόνο δική σου και κανένας δεν την καταλαβαίνει. 

Όταν σε έχει φτάσει σε τέτοιο επίπεδο που θες να βγεις έξω τρέχοντας και να κλάψεις έχει φροντίσει να κάνει τόσο κρύο που να μη μπορείς να σταθείς ούτε για αστείο έξω. 
Κι όταν πας να χαρείς λιγάκι σου υπενθυμίζει όλα σου τα δεινά και τα υπαρξιακά της ανθρωπότητας που έκανες πως δεν έβλεπες τόση ώρα.
Οπότε τη σκέφτεσαι συνεχώς. 

Πως ζεις σαν καταραμένος το ξέρεις μονάχα εσύ και όχι οι άλλοι . 
Γιατί οι άλλοι νομίζουν πως είσαι μια χαρά παιδί. 
Χαρά, ευτυχία και καθημερινότητα. 
Ναι, μια χαρά παιδί. 
Το καλύτερο. 

Είσαι το καλύτερο παιδί μέχρι την ανάγκη και τη στήριξη. 
Γι΄αυτές τις στιγμές πρέπει να έχεις φροντίσει να βρεις κι άλλους καταραμένους, 
και έχει πολλούς του κάιν η γενιά, 
αλλιώς θα μείνεις ολομόναχος. 

Οι πραγματικοί καταραμένοι ποτέ δεν σου λένε ότι καταλαβαίνουν. 
Εκτός αν δεν τους ενδιαφέρεις. 
Οι πραγματικοί καταραμένοι απλά σου προσφέρουν ένα στήριγμα για να μπορέσεις να βρεις έναν καταραμένο θάνατο.
Και οι καταραμένοι είναι περισσότερο ερωτευμένοι μ το θάνατο τους απ'ότι οι υπόλοιποι. 
Τον καλούν πολύ συχνά. 
Αλλά αυτός φροντίζει να είναι ανάξιος και ανισόρροπος εραστής. 
Σε στήνει, πως το λένε, εκεί που νομίζεις ότι θα έρθει να τελειώνουμε. 
Αλλά όταν έρχεται για τα καλά είναι καταραμένος. 

Μα εσύ τον περιμένεις στο υπόγειο με το καλύτερο ειρωνικό σου χαμόγελο φορεμένο. 
Υποθέτω. 


Τετάρτη 11 Απριλίου 2012

Κουμπότρυπες και λοιπά προβλήματα

Προσπαθώ πολλές μέρες τώρα να φτιάξω τρεις κουμπότρυπες σε ένα ρούχο. Αυτό που συμβαίνει είναι απίστευτο. Η ραπτομηχανή τις κάνει τέλειες στο πρόχειρο ύφασμα, αλλά το ρούχο το έχω πετσοκόψει. Δε στρώνει με τίποτα. Μέχρι και συχνότητα στο γαζί μου άλλαξα. Τίποτα.
Οι κουμπότρυπες στο χέρι μου αρέσουν πολύ. Αλλά είναι από τις λεπτομέρειες που δεν μπορώ να κάνω εγώ μοναχή μου στο ρούχο. Θα έπρεπε να έχω κάποια κολλητή ράφτρα που να μου κάνει τις κουμπότρυπες αφού θα έχω βγάλει όλο το υπόλοιπο ρούχο. Αλλά δεν έχω άρα παιδεύομαι. Συνεχώς.
Φυσικά μαζί με τις κουμπότρυπες είναι και τα τέσσερις χιλιάδες άλλα προβλήματα που προκύπτουν και δεν ξέρεις τι να τα κάνεις, ποιον να πρωτοπαρηγορήσεις, που να πάρεις τηλέφωνο, ποια ήταν αυτή που σου μίλησε στο δρόμο και γιατί αργεί πάλι το καταραμένο λεωφορείο.
Μόλις τελειώσει το κρασί, τρώω τα παγάκια.
Για επαναφορά.
Τελικά χρειάζομαι μια μοναχική βόλτα.

Αλλά δε βαριέσαι...
Ας κάνω την κουμπότρυπα, γιατί με περιμένουν παπλώματα, φούστες, φορέματα, παντελόνια, τραπεζομάντιλα ( και η προίκα μου).

Τετάρτη 21 Μαρτίου 2012

Κάτι τέτοιες μέρες


Είναι κάτι τέτοιες μέρες σαν τη σημερινή που δεν ξέρεις τι σου γίνεται. Σοβαρά τώρα. Δεν είσαι σίγουρη/ος τι εποχή έχουμε. Ούτε τι ώρα θα μπορούσε να είναι. Και ο χρόνος κυλάει διαφορετικά από σημείο σε σημείο και από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Άσε τη διάθεση σου... Με αυτήν κάτι τέτοιες μέρες δεν βγάζεις κανένα νόημα. Ούτε όμορφα ούτε άσχημα νιώθεις. Λάθος. Νιώθεις και άσχημα και όμορφα και χαρούμενα και λυπημένα και δεν ξέρω τι άλλο, αλλά μπλέκονται όλα μαζί σε μια πολύχρωμη μάζα και τελικά δεν ξέρεις τι νιώθεις.
Όσο πλησιάζει το βράδυ το καταλαβαίνεις όλο και περισσότερο. Σε ζώνει, πώς το λένε...
Είναι από τις πιο περίεργες ώρες. Αποπνιχτική και δύσκολη συνάμα.
Κλείνεσαι στον εαυτό σου για να γλιτώσεις από τον εαυτό σου.
(Μα είναι και από τις πιο υπέροχες...)

Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2012

Τότε...

Όταν περπατάς άσκοπα σε στενά με γερασμένες πολυκατοικίες.
Όταν ξέρεις 12 χρονών και κορίτσι που κάνουν πιάτσα οι πιο ωραίες πόρνες.
Όταν κάθεσαι σε ξεθωριασμένα παγκάκια, διαβάσεις ένα απόσπασμα από κάποιο βιβλίο παραμορφωμένο από τις πολλές σημειώσεις και ο ήχος των αυτοκινήτων που περνούν είναι ανύπαρκτος, καθώς γεννήθηκες μ' αυτόν στ' αυτιά σου.
Όταν κάποιοι κομμουνιστές σε καλούν σε συμπόρευση με τις αφίσες τους.
Όταν υπάρχουν άδεια μπουκάλια από ουίσκι, σαμπουάν και χρησιμοποιημένα φακελάκια τσαγιού ανάκατα στο νιπτήρα σου.
Όταν τα κάγκελα πέσαν απ' τους τοίχους και μπήκαν μέσα σ' ένα σπίτι.
Όταν ξέρεις σπίτια που η πόρτα βρίσκεται πολύ πάνω από το επίπεδο του πεζοδρομίου και κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να ανέβει, οπότε υποπτεύεσαι πως εκεί υπήρχαν σκαλιά.
Όταν η αδερφή σου μιλάει στον ηλεκτρονικό της σκύλο.
Όταν η μπίρα είναι καλό πρωινό.
Όταν ο λόγος που απεχθάνεσαι τα ντρόγκια δεν είναι οι μαλακίες που σου έλεγε η θρήσκα γιαγιά σου, αλλά η κατάντια και ο θάνατος του Κωστάκη και της Αρετής και των άλλων παιδιών που δεν ήξερες τα ονόματα τους αλλά τους έβλεπες μια μέρα νεκρούς δίπλα σε κάτι σκάλες.
Όταν το να φυτεύεις φακές σε ένα άδειο γιαουρτόκουτο, με υπόστρωμα βαμβάκι σε μια άχρωμη σχολική αίθουσα αποτελούσε το γεγονός του μήνα.
Όταν το γκρι καθρεφτιζόταν στα μάτια σου και λίγο αργότερα πέρασε και καθρεφτίζεται μόνιμα στην ψυχή σου.
Όταν οι καπνοί και τα σύννεφα ενώνονται και δε ξέρεις ποιο είναι ποιο, κι αν τα φουγάρα ξερνάνε σύννεφα τελικά.
Όταν έχεις καθίσει σε όλες τις θέσεις όλων των ειδών λεωφορείων και δεν είσαι πάνω από 15.
Όταν έχεις μυρίσει δακρυγόνα σε δυο, τρία, τέσσερα μέρη.
Όταν παίρνεις την ασφαλτοστρωμένη κατηφόρα.
Όταν η σκιά σου είναι πιο ζωντανή και σίγουρα πιο ειρωνική από σένα.
Όταν κοιμάσαι στις δυο και ξυπνάς στις τέσσερις το ίδιο βράδυ, με πρησμένα μάτια αλλά με κανέναν τρόπο δεν μπορείς να ξανακοιμηθείς.
Όταν από τα σκουπίδια των γειτόνων έχει πέσει ένα προφυλακτικό και ξέρεις ότι θα σου πουν καλημέρα μόλις σε δουν και μάλιστα με χαμόγελο.

Όταν ο έρωτας είναι συγκεκριμένο δρομολόγιο στα μέσα μαζικής μεταφοράς.

Τότε ξέρεις πως είσαι ένα καταραμένο παιδί της πόλης.

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

Για τη διόρθωση του κόσμου

40 τόνοι μάρμαρο (σπασμένο και πεταμένο)
125 και κάτι άθλια καπιταλιστικά μαγαζιά (καμμένα )

άρχισε λοιπόν το σύστημα να χάνει μερικά από τα φτηνά φτιασίδια του, ή είναι ιδέα μου;

υπάρχουν κάποιοι αστείοι τύποι που λατρεύουν το δικαίωμα στην υποδούλωση και κοροϊδεύουν όλους αυτούς τους " ανόητους κοσμοδιορθωτές" που τίποτα δεν τους αρέσει και όλα θέλουν να τα αλλάξουν

και αναρωτιούνται χαριτολογώντας στις (στην πραγματικότητα αξιοθρήνητες) παρέες τους, με τι υλικά θα τον φτιάξουν αυτά τα ανόητα νιάτα τον καινούριο τους κόσμο...

κύριοι, η απάντηση σας δόθηκε
το ζήτημα είναι εάν εσείς την καταλάβατε...

Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2012

Εγώ πάντως θα τον έκανα πιο πλουμιστό τον κόσμο...

Και πώς θα πάμε;

Τελικά δεν θα πάμε στην επανάσταση με το μετρό.
Απεργεί και αυτό βλέπετε.
Την πιο κατάλληλη στιγμή φυσικά.
Ας είναι...

Δεν ξέρω αν πραγματικά μας θεωρούν τόσο ηλίθιους ή όντως είμαστε. Γιατί εάν δεν αντιλαμβανόμαστε τα στοχευμένα γεγονότα της τελευταίας εβδομάδας μάλλον μας αξίζουν με το παραπάνω αυτά που μας συμβαίνουν. Αλλά όπως λέγαμε αυτό χωράει πολλή συζήτηση.

Πότε θα πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας από εμάς για εμάς;;;

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012

Δακρυσμένη (βροχερή) Αθήνα


Το ποιος έκλαψε τελικά και γιατί ας μην το ξεκαθαρίσουμε.
Ας πάρουμε εκείνο το βιβλικό έκλαψαν οι ουρανοί για να τελειώνει η υπόθεση.
Το θέμα ήταν ότι καλή μέρα από το πρωί δεν φάνηκε.
Κατέληξε ύπουλα μάλλον, παρά καλά και εφησυχασμένα, με έναν απαίσιο πονοκέφαλο.

Δηλαδή ήταν που ήταν η μαυρίλα κατάφερε να απογίνει. Όμορφα.

Το σκέφτομαι ώρες ώρες πως θα ήταν να βρίσκεται το αστικό σχολείο- φυλακή μου δίπλα στις γραμμές του τρένου. Μάλλον μαρτυρικό.

Και φυσικά εγκαταλελειμμένα βαγόνια και άλλα πράγματα να κάνουν το πρωινό τους μπάνιο.

Αθηναϊκές μικρολιμνούλες εδώ και κει.

Πουλιά που ακόμα δεν κατάλαβα γιατί κάνουν κύκλους...

Η αξιοσημείωτη αντίθεση πράσινου και γκρι.

Ειλικρινά, για ποιον λόγο ακριβώς υπάρχουν σπασμένα κοχύλια στο κέντρο της Αθήνας;


Και μετά εκείνος ο τύπος στο λεωφορείο που ρώτησε όλους τους επιβάτες αν προτιμούν 2 πενηντάλεπτα ή ένα ευρώ. Κάθισε τελικά δίπλα μου.
Όχι δεν θα σταματήσω να χρησιμοποιώ λεωφορεία, και ας μου συμβαίνουν όλα τα περίεργα.
Άλλη μια βροχερή μέρα στην Αθήνα.
Καληνύχτα.


Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

Εμπρός για άγριες απεργίες!

Είναι σύνηθες φαινόμενο να μου συμβαίνουν ένα σωρό ασυνήθιστα πράγματα όταν βγαίνω έξω. Καλά και όταν κάθομαι μέσα, αλλά τέλος πάντων. Είμαι λοιπόν κάποια στιγμή σε ένα λεωφορείο και κάθομαι γαλαρία και διαβάζω. Αυτή η γραμμή είναι από τις ήσυχες. Αυτές που πετυχαίνεις σχεδόν πάντα έναν γνωστό που απεχθάνεσαι και μπαίνουν φιλήσυχοι πολίτες που πηγαίνουν ή γυρίζουν από τη δουλειά τους. Μπαίνουν λοιπόν δύο πρεζάκια.
Ε και;
Το πρώτο περίεργο είναι ότι είναι μεγάλοι. Η γυναίκα είναι 52, γιατί μου είπε ότι έχει τα γενέθλια της, όταν κάθισει δίπλα μου. Ο άντρας είναι 40κάτι. Είναι ζευγάρι. Μιλάνε δυνατά και γελάνε και τραγουδάνε του θανάτου μου γενέθλια να κάνω. Λέει η γυναίκα ότι ο αδερφός της πέθανε από πρέζα. Και μετά φώναζε στο καθωσπρέπει λεωφορείο ότι έχει πάρει έκσταση, lsd, κόκα και χασίσι. Ο άντρας της έλεγε να σοβαρευτεί 52 χρονών γυναίκα. Ένας τύπος γύρω στα 60 έκανε τέσσερις φορές το σταυρό του και πήγε στην άλλη άκρη του λεωφορείου. Εγώ πάλι δεν έκρινα πως υπήρχε λόγος να κουνηθώ. Κάθισαν λοιπόν δίπλα δίπλα. Και αναπολούσαν στιγμές από τη διαδρομή. Λέει η γυναίκα, θυμάσαι που εδώ είχα κλέψει ένα μπουκάλι γάλα ( από ένα μισητό σούπερ μάρκετ). Και εδώ που είχαμε φάει αυτά τα σουβλάκια. Και μετά φιλήθηκαν. Πολύ αληθινά.
Κάποια στιγμή, έχει σταματήσει το λεωφορείο στο φανάρι. Σε έναν τοίχο είναι γραμμένο το σύνθημα εμπρός για άγριες απεργίες.
Διαβάζει η γυναίκα συλλαβίζοντας έ- έ-μπρος για ά- γρι- ες α- πε- ργί- ες.
Δεν έκανα λάθος στον τόνο.
Ήταν έμπρος αυτό που είπε.
Και άρχισε να γελάει πολύ δυνατά, σπασμωδικά μάλλον.
Ποιος, ποιος ρε συ τα γράφει αυτά;
Ποιος τα κάνει αυτά;
Ξέρουν ρε αυτοί από άγριο;
Χαχα, έμπρος για άγριες απεργίες.
Μετά κάτι είπαν για ένα παγκάκι και ξαναφιλήθηκαν.
Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί αλλά ήμουν έτοιμη να κλάψω.
Και ας είμαι κομμάτι ευσυγκίνητη.
Όταν ήταν να κατέβω, σηκώθηκα λίγο χαομένη.
Μου λέει λοιπόν αυτή η τύπισα, ε κοπελιά φχαριστούμε που κάθισες δίπλα μας, δεν το κάνουν πολλοί. Να σαι καλά.
Έγνεψα, της χαμογέλασα, κατέβηκα, αυτά.

Βλέπω (33)

Σιγά παιδιά, σιγά, γιατί αυτή η πόλη όσο πάει και μας πλακώνει.
( Όχι ότι θα το επιτρέψουμε βέβαια, ακόμα και αυτοί/ες οι λίγοι/ες)

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2012

Ναι, πάλι τραγούδι...


Το άκουσα στο ραδιόφωνο, όταν έκανα μπάνιο. Ναι, είναι προτιμότερο από το να τραγουδήσω εγώ, γιατί έχουμε και γείτονες (από τις πολυκατοικίες δίπλα).
(Έλλειψη αυτοπεποίθησης.)


Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2012

( Τι θα πίστευα περί άθλιων κουτοπόνηρων απειλών)

Αυτά τα χρόνια μας ζηλεύουν.
Δεν φοβούνται να το δείξουν.
Θα ήθελα να τους αποδείξω
ότι αυτή η ζήλια τα καταστρέφει.
Αλλά δυστυχώς δεν με έμαθε κανένας
να είμαι κακιά.
Είναι τρομακτικό να ανακαλύπτεις
ότι τα πάντα είναι λάθος κάθε στιγμή.
Ειδικά σε αυτά τα χρόνια που μας ζηλεύουν.

Το κακό βέβαια είναι
πως πολλοί και πολλές
ζηλεύουν κάθε μέρα
παρέα με τα χρόνια.

Προσέξτε λοιπόν
πριν να τους χάσετε όλους.

Αυτά πρέπει να ήταν που ήθελα να πω.

Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2012

Για την υγεία του

(gtut)
Λοιπόν.
Εμείς νοιαζόμασταν συνεχώς για την υγεία σου αγαπητέ.
Ναι, και οι δύο.
Τρέχαμε πίσω σου αόρατα και αθόρυβα για να μην σε ενοχλήσουμε.
Οι δήθεν ντροπαλότητες σου που σε οδήγησαν παιδί της φαντασίας μας;
Φτάσαμε να αναρωτιόμαστε αν πρέπει να αγαπάμε τους ανθρώπους με μια δόση μίσους και ζήλιας.
Και φιλοσοφούσαμε πάνω στο πτώμα του πνεύματος σου.
Λέγαμε ότι κάθε άνθρωπος είναι ερωτευμένος με το θάνατο του, καθώς είναι ο μόνος που βρίσκεται πάντα εκεί και η σκέψη του δεν σε εγκαταλείπει ποτέ.
Αλλά μετά γελάγαμε παρανοϊκά με τους εαυτούς μας.
Δακρύζαμε ίσα ίσα για να μην μας δει κανείς.
Είμαστε ρομαντικά αξιολύπητες, μονάχα για τους ίδιους μας τους εαυτούς.
Εσύ δεν μας ζήτησες ποτέ και με κανέναν τρόπο να σε προσέξουμε τόσο καλά.
Οπότε τι φταις;
Όταν τυχαία σε ξανάδαμε, είχες βέβαια αλλάξει.
Αλλά, τελικά εμείς λυτρωθήκαμε.
Γιατί τον καιρό που σε χάσαμε, μας έτρωγε η αβεβαιότητα για την υγεία σου.
Τίποτε άλλο.
Τα υπόλοιπα ήταν επιλογές δικές σου.
Όμως τώρα μην μας πιέζεις με αναμνήσεις.
Μάθαμε πολλά από την περίπτωση σου.
Και τα κρατήσαμε.
Ευχαριστούμε.
Με τόση αγάπη σίγουρα θα είσαι πάντα καλά.

Βλέπω (32)

Χωριό. Ποτέ δεν είχα χωριό όπως τα περισσότερα παιδάκια στην τάξη γιατί οι παππούδες μου και οι γιαγιάδες μου είχαν προλεταριοποιηθεί από νωρίς και δούλευαν στην Αθήνα. Άσε που δεν τους έκανε καρδιά να κάνουν περιουσία γιατί αυτά είναι πράγματα πολύ μικροαστικά και δεν θέλαμε χωράφια στο χωριό. Μάλλον όμως είχαμε μπλέξει και τα μπούτια μας γιατί δεν ξέραμε από πιο χωριό είμαστε. Και μείναμε οικογενειακώς χωρίς χωριό (μέχρι να μας ξαναβρεί αυτό βέβαια, αλλά αυτή είναι άλλη ιστορία). Γι' αυτό όποτε πηγαίναμε στη θεία Κατίνα που μένει στο δικό της χωριό ήταν πολύ μεγάλη υπόθεση. Για όλους. Όχι μόνο για το χαζοχαρούμενο παιδικό μου μυαλουδάκι. Προετοιμαζόμαστε κάπου 15 μέρες πιο πριν με το φόβο ότι θα αποκλειστούμε μέσα σε βουνά και λαγκάδια και φεύγαμε με αγωνία. Αλλά το πρωί σηκωνόμουν νωρίς νωρίς επειδή στο χωριό υπάρχουν πολλά ενδιαφέροντα πράγματα να κάνεις, όπως να ενοχλήσεις τη θεία στο μάζεμα αβγών ή να πέσεις προσπαθώντας να μαζέψεις φρούτα και να γρατζουνιστείς στο μποστάνι. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί δεν με άφηναν να ακουμπήσω τα πρόβατα, αφού ως γνωστόν δεν είμαι καθόλου άτακτο παιδάκι και δεν θα τους έκανα τίποτα. Ε, και από πείσμα πήγα στη γεωπονική.
Τώρα θα με πληρώνουν για να κόψω φρούτα και να ακουμπήσω πρόβατα. Σωστά;
Αχ, πως αλλάζουν οι καιροί....

Σωστά, συγγνώμη...

Ένα δύο και φλόοοοο ου.

Ναι πραγματικά φταίω για όλα. Έχετε όλοι και όλες και όλα δίκιο. Είμαι άκαρδη και σκύλα και μου αξίζει μια σημαντική τιμωρία που πληγώνω έτσι ανεπανόρθωτα τις καρδιές σας.
Αλλά ζητάω συγγνώμη τουλάχιστον.
Δεν μπορώ να τα κάνω όλα όπως θα θέλατε τελικά, και κατέστρεψα τα όνειρα σας για μένα τόσες φορές.
Γι' αυτό από δω και πέρα δεν θα λέω πρώτα γεια, αλλά συγγνώμη.

Βλέπω (31)


Σε αυτή τη φωτογραφία πρέπει να είναι που θέλω να αλλάξω τον κόσμο.